Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐς Ἰωνίαν π

См. также в других словарях:

  • ἰωνιάν — ἰωνιά̱ν , ἰωνιή fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἰωνίαν — Ἰωνίᾱν , Ἰώνιος fem acc sg (attic doric aeolic) Ἰωνίᾱν , Ἰωνία the Ionians fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιωνιά — ἰωνιά, ἡ (Α) 1. λιβάδι με ία, μενεξεδότοπος 2. είδος φυτού 3. φρ. «ἰωνιά μέλαινα» ίο το εύοσμο, ο μενεξές 4. (κατά τον Ησύχ.) «ἐς ἰωνιάν ἐς κοπρῶνα». [ΕΤΥΜΟΛ. < ἴων, γεν. πληθ. τού τ. ἴον «μενεξές» + κατάλ. ιά (πρβλ. ροδων ιά)] …   Dictionary of Greek

  • παραβάλλω — ΝΜΑ παραθέτω για σύγκριση, συγκρίνω, παραλληλίζω (α. «δεν μπορώ να παραβάλω την εργασία τους, γιατί είναι και τών δύο άριστη» β. «παραβαλόντες οὖν παρ ἀλλήλους σκεψώμεθα», Πλάτ.) μσν. αρχ. προσφέρω κάτι σε κάποιον ως δόλωμα για να τόν προσελκύσω… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»